Πλαίσιο Αφερεγγυότητας
«Ο Περί της Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2015»
Ο εν λόγω Νόμος διέπει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα φυσικό πρόσωπο (ήτοι ο «εγγυητής») εγγυάται την αποπληρωμή ολόκληρου ή μέρους του δανείου, σε περίπτωση που ο πρωτοφειλέτης δεν εκπληρώσει την υπόσχεσή του.
Δυνάμει του εν λόγω νόμου, ο πιστωτής (ήτοι και εφεξής «τράπεζα») κατά την παραχώρηση ενός δανείου πέραν των £5.000 (€8.543) οφείλει να προσκομίζει στον εγγυητή, πριν την υπογραφή της σύμβασης εγγύησης, επιστολή με τα πιο κάτω στοιχεία:
• το ποσό και τα επιτόκια του δανείου,
• τον τρόπο και το χρόνο αποπληρωμής του δανείου από τον πρωτοφειλέτη,
• το ποσό έκαστης δόσης και την ημερομηνία αποπληρωμής αυτής,
• το ποσοστό του τόκου που χρεώνεται σε περίπτωση υπερημερίας ή αθέτησης οιασδήποτε υποχρέωσης του πρωτοφειλέτη,
• σε περίπτωση συνεγγυητών: τα ονόματα αυτών και αν εγγυούνται έκαστος και κεχωρισμένα, μέρος ή ολόκληρο το ποσό,
• γραπτή δήλωση πρωτοφειλέτη σχετικά με όλα τα περιουσιακά του στοιχεία και τυχόν μελλοντικές (μετά τη σύναψη δανείου) επιβαρύνσεις στην περιουσία του.
O νόμος προστατεύει τον εγγυητή από το φαινόμενο της καταδολίευσης (όταν ο πρωτοφειλέτης σκόπιμα αποξενώνει την περιουσία του χωρίς να παραμένει σε αυτόν επαρκής περιουσία για την είσπραξη της οφειλής) π.χ μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας προς όφελος συγγενικού προσώπου με δωρεά (εξαιρούνται οι περιπτώσεις καλόπιστης μεταβίβασης/επιβάρυνσης περιουσίας για σκοπούς μόρφωσης, ιατρικής περίθαλψης ή επίλυσης σοβαρών οικογενειακών θεμάτων).
Με την τροποποίηση του εν λόγω νόμου κατά το πλαίσιο της αφερεγγυότητας οι θεραπείες του εγγυητή ενδυναμώνονται καθότι μπορεί να αιτηθεί από το Δικαστήριο την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος δια του οποίου θα απαγορεύεται στον πρωτοφειλέτη να αποξενώσει την περιουσία του (πράξη καταδολίευσης) όχι μόνο με αγωγή (όπως παλιά), αλλά και με ενδιάμεση αίτηση ή υπεράσπιση ή ένσταση στα πλαίσια εκκρεμούσας αγωγής ή με διαδικασία μέτρων εκτέλεσης ή με αίτηση για έκδοση διατάγματος παραλαβής από τον πιστωτή έναντι του εγγυητή σε σχέση με τη σύμβαση εγγύησης.
Ομοίως, εάν ο πρωτοφειλέτης έχει προβεί σε πώληση ή δωρεά της ακίνητης περιουσίας του σε τρίτο πρόσωπο, ενόσω εξακολουθεί να οφείλει στην τράπεζα (και νοουμένου ότι η υπολειπόμενη περιουσία του δεν είναι τέτοια που να μπορεί να καλύψει το χρέος του), κάθε εγγυητής μπορεί να αιτηθεί την δικαστική ακύρωση οποιασδήποτε αποξένωσης των περιουσιακών στοιχείων του πρωτοφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, το Δικαστήριο διατάζει την ακύρωση της εν λόγω πώλησης ή δωρεάς από το Κτηματολόγιο και την επανεγγραφή του ακινήτου στο όνομα του πρωτοφειλέτη.
Ένα άλλο δικαίωμα του εγγυητή που έχει τροποποιηθεί, είναι η αναστολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης εναντίον του (συμπεριλαμβανομένης και της πτώχευσης) μέχρι την εξάντληση όλων των μέτρων εκτέλεσης κατά του πρωτοφειλέτη. Η αναστολής της εκτέλεσης δικαστικής απόφασης εναντίον του εγγυητή δεν αφορά πλέον μόνο τη κατάσχεση και πώληση κινητής ιδιοκτησίας του εγγυητή ή πώληση ή επιβάρυνση (μέμο) της ακίνητης ιδιοκτησίας του αλλά και απόφαση σε αίτηση καταβολής μηνιαίων δόσεων ή ακόμα και διάταγμα παραλαβής.
Για την έκδοση διατάγματος αναστολής της εκτέλεσης δικαστικής απόφασης εναντίον του εγγυητή, το Δικαστήριο καλείται να κρίνει εάν αυτό είναι ορθό και δίκαιο, ενόσω παραμένει ανικανοποίητη η οφειλή. Ειδικότερα, θα πρέπει να αποδειχθεί στο Δικαστήριο πως ο πρωτοφειλέτης έχει την οικονομική δυνατότητα και/ή την περιουσία για να ικανοποιήσει την εξ' αποφάσεως οφειλή του. Ο τροποποιημένος νόμος πρόσθεσε τις κατευθυντήριες γραμμές κατά τις οποίες η ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία θα καταδείξει εάν ο πρωτοφειλέτης έχει ή όχι την οικονομική δυνατότητα.
Ο πρωτοφειλέτης θεωρείται ότι έχει την οικονομική δυνατότητα να ικανοποιήσει την οφειλή του και επομένως εκδίδεται διάταγμα αναστολής της εκτέλεσης δικαστικής απόφασης εναντίον του εγγυητή, όταν ο πιστωτής/η τράπεζα δεν κατάφερε να αποδείξει ότι:
1. Έλαβε ειδοποίηση από δικαστικό επιδότη ότι ο πρωτοφειλέτης δεν έχει κινητή περιουσία.
2. Εκδόθηκε διάταγμα παραλαβής ή πτώχευσης εναντίον του πρωτοφειλέτη, στις περιπτώσεις όπου ο πρωτοφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο.
3. Εκδόθηκε διάταγμα εκκαθάρισης, στις περιπτώσεις όπου ο πρωτοφειλέτης είναι εταιρεία.
4. Υπάρχει παράβαση του διατάγματος πληρωμής του χρέους με μηνιαίες δόσεις εναντίον του πρωτοφειλέτη.
5. Έχει εκποιηθεί οποιαδήποτε υποθηκευμένη ακίνητη ιδιοκτησία του πρωτοφειλέτη.
Σε αντίθετη περίπτωση ο τροποποιημένος νόμος αναφέρει ότι ο πιστωτής θεωρείται ότι εξάντλησε όλες τις διαθέσιμες θεραπείες έναντι του πρωτοφειλέτη για την είσπραξη της οφειλής εάν κατάφερε και απέδειξε τα πιο πάνω σημεία (1 έως 5 συμπεριλαμβανομένων).
Αξίζει να τονισθεί ότι πλέον σε περίπτωση που υπάρχει υποθήκη σε ακίνητη περιουσία πρωτοφειλέτη, η οποία δεν έχει εκποιηθεί, τότε ο πιστωτής δε δύναται να αιτηθεί την εκποίηση υποθηκευμένης ακίνητης ιδιοκτησίας του εγγυητή η οποία έχει υποθηκευτεί προς όφελος πιστωτικής διευκόλυνσης του πρωτοφειλέτη.
Η αναστολή εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης παύει να ισχύει όταν τα οικονομικά στοιχεία ή η περιουσία του πρωτοφειλέτη δεν ήταν ή δεν είναι πλέον ικανοποιητικά για την εκτέλεση της απόφασης.
Σε κάθε σύμβαση εγγύησης, ο πιστωτής υποχρεούται σε σχέση με τον εγγυητή να ενημερώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση:
- για κάθε καθυστέρηση καταβολής (3) τριών τουλάχιστον δόσεων,
- για τυχόν αθέτηση οποιασδήποτε υπόσχεσης ή υποχρέωσης δυνάμει της συμφωνίας δανείου,
- για κάθε άρση ή μεταβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης που είχε τεθεί στην περιουσία του για σκοπούς της συμφωνίας δανείου.
Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου (τροποποιημένες και μη) εφαρμόζονται σε σχέση με συμβάσεις εγγύησης που συνάπτονται μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος αυτού καθώς και σε σχέση με συμβάσεις εγγύησης που συνάφθηκαν πριν την εν λόγω ημερομηνία. Περαιτέρω οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται σε σχέση με συμβάσεις εγγύησης στις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις για τα προσωπικά σχέδια αποπληρωμής ή τα σχέδια αναδιάρθρωσης νομικού προσώπου που διαλαμβάνονται στον Περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015 ή στον Περί Εταιρειών (Τροποποιητικό) (Αρ.2) Νόμο του 2015.