“Καινούργιες οικογένειες”; Η Υπόθεση Schalk and Kopf v. Austria αναφορικά με τις συμβιώσεις ομόφυλων ζευγαριών και η παρούσα νομική κατάσταση στην Κυπριακή Δημοκρατία

Η εξελισσόμενη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) προχώρησε πρόσφατα στην αναγνώριση καινούργιων μορφών οικογενειών πέραν των ετεροκανονιστικών κανόνων. Παρόλο που η τελική απόφαση της υπόθεσης Schalk and Kopf v. Austria (Application no. 30141/04) δεν αποτελεί την απόλυτη δικαίωση για τα ομόφυλα ζευγάρια, εφόσον το ΕΔΑΔ αποφάσισε ότι η Αυστρία δεν παραβίασε το 'Αρθρο 12 (Δικαίωμα γάμου) και το άρθρο 14 (Απαγόρευση των διακρίσεων) σε συνδυασμό με το Άρθρο 8 (Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), καθώς δεν επέτρεπε σε ομόφυλα ζευγάρια να τελούν γάμους, είναι ευρέως αναγνωρίσιμη ως μια βαρυσήμαντη υπόθεση. Για  πρώτη φορά το ΕΔΑΔ αναγνώρισε ότι τα ομόφυλα ζευγάρια εμπίπτουν στην κατηγορία της “οικογένειας” για τους σκοπούς της ΕΣΔΑ.

Περί το 2002 ο κος Schalk και ο κος Kopf αιτήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές της Αυστρίας να τους επιτραπεί να τελέσουν γάμο ως ομόφυλο ζευγάρι. Εντούτοις, η αίτηση απορρίφθηκε στη βάση του ότι ένας γάμος μπορούσε να λάβει χώρα μόνο μεταξύ ετερόφυλων ζευγαριών. Σε μεταγενέστερο συνταγματικό αίτημα, το αίτημά τους για παραβίαση του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής και προστασία κατά των διακρίσεων απορρίφθηκε από το ΕΔΑΔ, δεδομένου ότι η Αυστρία δεν υποχρεούταν να προβεί σε διαφοροποιήσεις στη νομοθεσία της ώστε να επιτρέπει στα ομόφυλα ζευγάρια να τελούν γάμους στη βάση της προστασίας των ομόφυλων ζευγαριών από την ΕΣΔΑ.

Εν πάση περιπτώσει, ένα από τα πιο σημαντικά συμπεράσματα που απορρέουν από την απόφαση της υπόθεσης Schalk και Kopf σχετίζεται με το γεγονός ότι η ΕΣΔΑ αποτελεί ένα ζωντανό μεταβλητό όργανο το οποίο εξελίσσεται  και ανελίσσεται σύμφωνα πάντα με τις αναδυόμενες ανάγκες των κοινωνιών των συμβαλλόμενων χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΑΔ μια αυξανόμενη αναγνώριση των συμβιώσεων ομόφυλων ζευγαριών έχει λάβει χώρα σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.[1] Για τον λόγο αυτό το ΕΔΑΔ αποφάνθηκε ότι «σε συνάρτηση με αυτή την εξέλιξη […] θεωρεί παράδοξο να διατηρεί την αντίληψη ότι, σε αντίθεση με τα ετερόφυλα ζευγάρια, τα ομόφυλα ζευγάρια δεν μπορούν να απολαμβάνουν “οικογενειακή ζωή” για τους σκοπούς του Άρθρου 8. Συνεπώς η σχέση των αιτητών, ενός συμβιώσαντος ομόφυλου ζευγαριού που διατηρεί μία ουσιαστική σχέση, εμπίπτει στην έννοια της οικογενειακής ζωής, όπως θα ίσχυε για ένα ετερόφυλο ζευγάρι στην ίδια κατάσταση».[2] Παρόλο που φαίνεται ότι το ΕΔΑΔ είναι έτοιμο να δεχτεί τις συμβιώσεις μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών, στο παρόν στάδιο δε προτίθεται να επιβάλει την αναγνώριση τέτοιων συμβιώσεων, οποιασδήποτε μορφής, σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη του Συμβουλίου της Ευρώπης, εφόσον το ίδιο το ΕΔΑΔ υποδεικνύει ότι το θέμα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε εθνικό επίπεδο.

Στην Κυπριακή Νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Γάμου Νόμου 2003 (104(I)/2003) «Γάμος σημαίνει τη συμφωνία για ένωση σε γάμο που συνάπτεται μεταξύ γυναίκας και άνδρα […]» Συνεπώς, ένα ομόφυλο ζευγάρι δεν μπορεί να τελέσει γάμο στην Κυπριακή Δημοκρατία ούτε μπορεί ένας γάμος ομόφυλου ζευγαριού που έχει τελεστεί σε άλλο κράτος να αναγνωριστεί από την Κυπριακή νομοθεσία. Επιπρόσθετα, η Κυπριακή νομοθεσία δεν συμπεριλαμβάνει πρόνοιες για την αναγνώριση συμφώνων συμβίωσης. Συνεπώς ένα σύμφωνο συμβίωσης ενός ομόφυλου ζευγαριού δεν μπορεί να αναγνωριστεί ως μια νομικά αποδεχτή συμβίωση ούτως ώστε να τυγχάνει της προστασίας του Περί Γάμου Νόμου 2003 της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Περί το 2010, το Ανώτατο Δικαστήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας στην υπόθεση ThaddCorreiav Κυπριακής Δημοκρατίας[3]βρέθηκε αντιμέτωπο με αίτημα αναγνώρισης ενός γάμου ομόφυλου ζευγαριού ο οποίος είχε τελεστεί μεταξύ Κύπριου και Καναδού υπηκόου στο Οντάριο του Καναδά∙ ο Κύπριος αιτήθηκε άδεια παραμονής για τον Καναδό σύντροφό του στην Κύπρο. Το Ανώτατο Δικαστήριο έχοντας μελετήσει τα γεγονότα της υπόθεσης αποφάσισε ότι κανένας εκ των δύο δεν είχε έννομο συμφέρον σχετικά με το αίτημα που υπέβαλε ο Κύπριος στις αρμόδιες αρχές. Παρ’ όλα αυτά, στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, κρίθηκε ότι σε κάθε περίπτωση ο Καναδός υπήκοος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μέλος οικογένειας του Κύπριου υπηκόου αφού η Κύπρος δεν αναγνωρίζει τους γάμους μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών. Σύμφωνα με τον Έντιμο Δικαστή Ναθαναήλ, ο Νόμος 7 (Ι) / 2007 ισχύει μόνο για τους πολίτες της ΕΕ, και ως εκ τούτου, δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε Καναδό υπήκοο. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον Έντιμο Δικαστή Ναθαναήλ, η οδηγία 2004/38/ΕΚ, που έχει ενσωματωθεί στο Κυπριακό Δίκαιο με τον Νόμο 7 (Ι) / 2007 δεν εφαρμόζεται στους υπήκοους που επιθυμούν να παραμείνουν στο κράτος της ιθαγένειάς τους και συνεπώς δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση του Κύπριου υπηκόου. Επιπλέον, ο Έντιμος Δικαστής εξήγησε ότι ακόμα και αυτά τα δικαιώματα που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 4 (2) του Νόμου 7 (Ι) / 2007, σύμφωνα με τον οποίο η είσοδος και η διαμονή του συντρόφου που διατηρεί σταθερή σχέση με έναν πολίτη της ΕΕ θα πρέπει να διευκολυνθεί στα κράτη μέλη της ΕΕ, δεν συνεπάγεται την αναγνώριση του γάμου. Αυτή η διευκόλυνση μπορεί να πάρει άλλες μορφές. Ωστόσο, η απόφαση δεν παρέχει περαιτέρω πληροφορίες ως προς το ποια μορφή θα μπορούσε να λάβει η εν λόγω διευκόλυνση, εφόσον ο γάμος δεν πρέπει να θεωρείται ως μια πραγματική σταθερή σχέση.

Στο παρόν στάδιο, 16 από τα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχουν κάποιας μορφής νομική κατοχύρωση στις συμβιώσεις ομόφυλων ζευγαριών, είτε σε μορφή γάμου ή συμφώνου συμβίωσης. Τόσο το ΕΔΑΔ όσο και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης διαμέσου της νομολογίας τους παρουσιάζονται επιφυλακτικά έναντι της πραγμάτωσης μιας ενιαίας αναγνώρισης ομόφυλων συμβιώσεων σε ολόκληρη την ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, όπως διευκρινίστηκε στην απόφαση Schalk και KophvAustria, ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει προς την κατεύθυνση της αμοιβαίας αναγνώρισης των ομόφυλων συμβιώσεων είναι η ευρύτερη αναγνώρισή τους από τα ευρωπαϊκά κράτη πρωτίστως σε εθνικό επίπεδο. 'Ετσι, η δημιουργία της νομικής αναγνώρισης των ομόφυλων συμβιώσεων φαίνεται να είναι ένα θέμα που τόσο το ΕΔΑΔ όσο και το Δικαστήριο της ΕΕ επιθυμούν να θεωρηθεί σε εθνικό επίπεδο, παρά να προχωρήσουν με την επιβολή της νομικής αναγνώρισης των ομόφυλων συμβιώσεων στα κράτη μέλη μέσω μιας υπερεθνικής οδού, τουλάχιστον ωσότου επιτευχθεί ευρύτερη συναίνεση μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών.

Στο σημείο αυτό, διευκρινίζεται ότι η ΕΕ στερείται δικαιοδοσίας σε ό,τι αφορά την παρέμβαση στο οικογενειακό δίκαιο των κρατών μελών. Εν προκειμένω, δεν τίθεται απλώς θέμα οικογενειακού δικαίου αλλά, επιπρόσθετα προσβάλλεται μία εκ των τεσσάρων θεμελιωδών ελευθεριών του Ευρωπαϊκού δικαίου και συγκεκριμένα η ελεύθερη διακίνηση των πολιτών στις χώρες κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό διαφαίνεται επίσης και από τις δυσκολίες που προκύπτουν σε ανάλογες περιπτώσεις, όπως στην υπόθεση ThaddCorreiav Κυπριακή Δημοκρατία  όπου η έλλειψη νομοθεσίας για καθολική αναγνώριση ομόφυλων ενώσεων σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ χαρακτηρίστηκε ως απειλή για τον θεσμό της ελεύθερης διακίνησης των πολιτών.  Τα όρια που τέθηκαν δεν επιτρέπουν την παροχή ίσων δικαιωμάτων στις λεγόμενες “καινούργιες οικογένειες” με τα δικαιώματα που παρέχονται στις ετερόφυλες οικογένειες.

Ανάμεσα στα διάφορα ζητήματα που προκύπτουν συμπεριλαμβάνονται ζητήματα διαδοχής, δικαιώματα κι άλλες παροχές, οι οποίες μπορούν να διασφαλιστούν μόνο μέσω της αναγνώρισης μιας νομικά κατοχυρωμένης ένωσης. Συνεπώς, τα ομόφυλα ζευγάρια δεν δύνανται να διαμένουν ελεύθερα σε όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ απολαμβάνοντας όλα τα ωφελήματα τα οποία δικαιούνται τα ετερόφυλα ζευγάρια σε περίπτωση διακίνησης τους σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, εφόσον η συζυγική τους κατάσταση διαφοροποιείται ανάλογα με τη νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους στο οποίο μεταβαίνουν. Αναμφισβήτητα, τo εν λόγω ζήτημα παραμένει ασαφές και αναμένονται περαιτέρω διευκρινίσεις διαμέσου της νομολογίας.

  Η κυβέρνηση μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών εξέφρασε πρόσφατα ενδιαφέρον για τη θέσπιση νομοθεσίας αναφορικά με τα σύμφωνα συμβίωσης. Η νομοθεσία η οποία συζητείται αφορά νομική αναγνώριση τόσο για ετερόφυλα όσο και για ομόφυλα ζευγάρια. Σε περίπτωση θέσπισής της θα αποτελέσει μία από τις πιο πρωτοποριακές νομοθεσίες για τα κυπριακά νομοθετικά δεδομένα. Περισσότερες λεπτομέρειες δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί, αλλά φαίνεται ότι προτεινόμενος θεσμός του εν λόγω συμφώνου συμβίωσης θα έχει ως στόχο να προσφέρει σε όλα τα ζευγάρια μια εναλλακτική και πολύ διαφορετική επιλογή, όπου τόσο η σύναψη καθώς και η διάλυση της συμβίωσης θα αποτελείται από πολύ απλούστερες και λιγότερο γραφειοκρατικές διαδικασίες.

 

Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με το δικηγορικό γραφείο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε..